Απογραφή είναι η λεπτομερής καταχώριση, καταγραφή και αποτίμηση όλων των στοιχείων της επαγγελματικής περιουσίας της οντότητας, που υπάρχουν τη συγκεκριμένη χρονική στιγμή που διενεργείται η απογραφή. Η απογραφή βάσει των κανόνων της Λογιστικής, απαιτείται να είναι λεπτομερής και πραγματική, να απεικονίζει την πραγματική κατάσταση της επιχείρησης, διότι με αυτήν επιτυγχάνεται η επαλήθευση των εγγραφών που έχουν καταχωρισθεί στα βιβλία και ο πραγματικός προσδιορισμός του εξαγομένου λογιστικού αποτελέσματος (κέρδους ή ζημίας) της χρήσης (Εγκ. Υπ. οικ. 117/1968 και 40/1977).

  1. Χρόνος σύνταξης απογραφής

Σε ό,τι αφορά τον προσδιορισμό της ποσότητας των αποθεμάτων, ορίζεται ότι ο εν λόγω προσδιορισμός διενεργείται σε κατάλληλο χρόνο που διασφαλίζει την αξιοπιστία των δεδομένων σε σχέση με την ημερομηνία αναφοράς των χρηματοοικονομικών καταστάσεων της οντότητας. Δηλαδή, ο χρόνος προσδιορισμού των αποθεμάτων (φυσική απογραφή) καθορίζεται από τα πραγματικά δεδομένα μιας οντότητας, λαμβάνοντας υπόψη και τα αναφερόμενα στον Ν.4308/2014 περί αρχείου ιδιόκτητων αποθεμάτων και την ανάγκη διασφάλισης της αξιοπιστίας του ποσοτικού προσδιορισμού των αποθεμάτων στο τέλος της ημερομηνίας αναφοράς (ημερομηνία τέλους χρήσης ή ημερομηνία ισολογισμού). Ο χρόνος αυτός μπορεί να απέχει από το τέλος της ημερομηνίας αναφοράς, ιδίως όταν η οντότητα τηρεί αναλυτικό αρχείο ποσοτικής διακίνησης αποθεμάτων (βιβλίο αποθήκης) ή όταν ο αριθμός ή και η ποσότητα των διακινήσεων δεν είναι σημαντική. Σε άλλες περιπτώσεις που η οντότητα εφαρμόζει έμμεσες τεχνικές στον προσδιορισμό της ποσότητας των αποθεμάτων της απογραφής, η σχετική διαδικασία δύναται να γίνεται με αξιοπιστία και σε χρόνο απομακρυσμένο από το τέλος της περιόδου (π.χ. προσδιορισμός ιχθυόμαζας ιχθυοτροφείων). Τέλος, σημειώνεται ότι όταν εφαρμόζεται η μέθοδος της λιανικής (retail method) δεν γίνεται ποσοτικός προσδιορισμός των αποθεμάτων και η εκτίμηση της αξίας του τελικού αποθέματος δύναται επίσης να γίνεται με ασφάλεια σε χρόνο απομακρυσμένο από το τέλος της περιόδου. Σε κάθε περίπτωση, και ανεξάρτητα από το χρόνο που διενεργείται ο ποσοτικός προσδιορισμός των αποθεμάτων, η οντότητα είναι υποχρεωμένη να έχει τεκμηριώσει με αξιόπιστο τρόπο τις ποσότητες της απογραφής εντός των χρονικών ορίων σύνταξης των χρηματοοικονομικών καταστάσεων της περιόδου.

Σημειώνεται ότι οι ρυθμίσεις αυτές καθώς και οι διατάξεις περί αρχείου ιδιόκτητων αποθεμάτων (Ν.4308/2014 άρθρο 4, παρ. 4), δύνανται να εφαρμόζονται για τον προσδιορισμό της ποσότητας (και όχι και της επιμέτρησης) των αποθεμάτων της 31ης Δεκεμβρίου 2014, δεδομένου άλλωστε ότι η απογραφή λήξης της 31 Δεκεμβρίου 2014 είναι η απογραφή έναρξης την 1 Ιανουαρίου 2015.

  1. Απαλλαγή από την υποχρέωση σύνταξης απογραφής

Σύμφωνα με το άρθρο 4 του Ν.4308/2014 η οντότητα τηρεί κατά περίπτωση, με ημερομηνία αναφοράς την ημερομηνία τέλους της περιόδου αναφοράς (ημερομηνία του ισολογισμού), μεταξύ άλλων:

– Αρχείο ιδιόκτητων αποθεμάτων. Στο αρχείο αυτό καταχωρούνται:

α) Τα ποσοτικά δεδομένα της φυσικής απογραφής (σύντομη περιγραφή είδους, μονάδα μέτρησης και ποσότητα), κατά είδος και διακεκριμένα για κάθε αποθηκευτικό χώρο.

β) Η κατά μονάδα αξία επιμέτρησης, καθώς και η συνολική αξία επιμέτρησης του κάθε είδους.

γ) Ο προσδιορισμός της ποσότητας των αποθεμάτων δύναται να γίνεται με έμμεσες τεχνικές που είναι αξιόπιστες και κατάλληλα τεκμηριωμένες.

δ) Αναλώσιμα υλικά αγαθά που δεν είναι σημαντικά μπορούν να μην απογράφονται.

– Αρχείο αποθεμάτων τρίτων. Η οντότητα που έχει στην κατοχή της αποθέματα κυριότητας άλλης οντότητας τηρεί αρχείο στο οποίο καταγράφονται αναλυτικά για τα σχετικά αποθέματα, κατά είδος και ποσότητα και διακεκριμένα κατά αποθηκευτικό χώρο:

α) Τα ποσοτικά δεδομένα της φυσικής απογραφής (σύντομη περιγραφή είδους, μονάδα μέτρησης και ποσότητα), κατά είδος και διακεκριμένα για κάθε αποθηκευτικό χώρο.

β) Ο προσδιορισμός της ποσότητας των αποθεμάτων δύναται να γίνεται με έμμεσες τεχνικές που είναι αξιόπιστες και κατάλληλα τεκμηριωμένες.

Δεν απαιτείται η τήρηση ξεχωριστού αρχείου για τις πληροφορίες του άρθρου 4 του Ν.4308/2014 περί τήρησης άλλων λογιστικών αρχείων, όπως τα παραπάνω, όταν οι ίδιες πληροφορίες είναι διαθέσιμες από άλλα αρχεία που τηρεί η οντότητα ή από συνδυασμό αρχείων

Απαλλαγές από την υποχρέωση απογραφής

  1. Οι πολύ μικρές οντότητες της παραγράφου 2(γ)του άρθρου 1 (ατομικές επιχειρήσεις, ομόρρυθμες εταιρείες, ετερόρρυθμες εταιρείες με ένα τουλάχιστο εταίρο που δεν έχει περιορισμένη ευθύνη) του Ν.4308/2014 των οποίων ο ετήσιος καθαρός κύκλος εργασιών δεν υπερβαίνει το ποσό των 150.000 ευρώ από πωλήσεις αγαθών, δύνανται να μην διενεργούν απογραφή των αποθεμάτων τους και να αντιμετωπίζουν τις αγορές της περιόδου ως έξοδο.

Οι οντότητες αυτές, που επιλέγουν να διενεργήσουν απογραφή για τον προσδιορισμό των αποτελεσμάτων μιας περιόδου, ενώ δεν διενεργούσαν, υποχρεούνται σε διενέργεια απογραφής για τις τρεις (3) τουλάχιστον επόμενες ετήσιες περιόδους. Κατά την πρώτη περίοδο που ασκείται αυτή η επιλογή για τον υπολογισμό του κόστους πωληθέντων της ίδιας περιόδου το απόθεμα έναρξης θεωρείται μηδέν, ενώ αν επιλέγουν σε μια περίοδο να παύσουν να διενεργούν φυσική απογραφή, ενώ διενεργούσαν, το απόθεμα τέλους της τελευταίας περιόδου δεν λαμβάνεται υπόψη στον υπολογισμό των αποτελεσμάτων της πρώτης περιόδου στην οποία δεν διενεργείται απογραφή.

  1. Οι οντότητες της παρ. 2γ του άρθρου 1 που τηρούν απλογραφικά βιβλία, δύνανται να μη διενεργούν φυσική απογραφή των αποθεμάτων τους στο τέλος της ετήσιας περιόδου (φορολογικό έτος) καθώς και να μην τηρούν το αρχείο ιδιόκτητων αποθεμάτων για το φορολογικό έτος (περίοδο) 2015 και εφεξής, όταν η οντότητα έχει ως κύριο αντικείμενο των εργασιών της (άνω του 50% του συνόλου του καθαρού κύκλου εργασιών από πώληση αγαθών) μία από τις παρακάτω δραστηριότητες(ΠΟΛ.1019/2015):

2.1. Εκμετάλλευση λατομείου (απλή εξόρυξη αργών λίθων επεξεργασία λατομικών προϊόντων).

2.2. Κατασκευή ή εμπορία σφραγίδων, επιγραφών, σημάτων.

2.3. Εκμετάλλευση τυπογραφείου γενικά.

2.4. Φωτογραφείο και εργαστήριο εμφανίσεως φίλμς – εκτυπώσεις φωτογραφιών γενικώς.

2.5. Εκδόσεις εφημερίδων και περιοδικών.

2.6. Βιβλιοδετείο.

2.7. Εργαστήριο φωτοτυπιών και πολυγραφήσεων.

2.8. Αρτοποιείο, πρατήριο άρτου, ειδών αρτοποιίας και ζαχαροπλαστικής, εργαστήριο ζαχαροπλαστικής (πώληση σε ιδιώτες καταναλωτές, λιανική ή κυρίως λιανική).

2.9. Γαλακτοζαχαροπλαστείο και γαλακτοπώλης γενικά (πώληση λιανική ή κυρίως λιανική).

2.10. Εμπορία ειδών διατροφής (παντοπωλείο, μίνι μάρκετ, σούπερ μάρκετ, κ.λπ., πώληση λιανική ή κυρίως λιανική).

2.11. Εμπορία νωπών και κατεψυγμένων ιχθύων (πώληση λιανική ή κυρίως λιανική).

2.12. Οπωρολαχανοπώλης (πώληση λιανική ή κυρίως λιανική).

2.13. Εμπορία ρακών ή απορριμμάτων.

2.14. Εμπορία ψιλικών (πώληση λιανική ή κυρίως λιανική).

2.15. Πρακτορείο εφημερίδων και περιοδικών γενικά.

2.16. Ανθοπωλείο.

2.17. Εστιατόρια, ζαχαροπλαστεία, κέντρα διασκέδασης, μπαρ, καφετέριες, κυλικεία, αναψυκτήρια ή συνα­φείς δραστηριότητες, καθώς και οι αυτόματοι πωλητές συναφών ειδών.

2.18. Εμπορία ειδών βιβλιοπωλείου (πώληση χονδρική -λιανική).

2.19. Εμπορία ειδών χαρτοπωλείου (φάκελοι, γραφική ύλη, κ.λπ.), ειδών σχεδιάσεως και συναφών οργάνων (πώληση χονδρική – λιανική).

2.20. Εκδόσεις βιβλίων γενικά.

2.21. Παραγωγή ή εμπορία τυροπιτών, σάντουιτς και συναφών ειδών (πώληση χονδρική – λιανική).

2.22. Φαρμακείο.

2.23. Πωλήσεις ηλεκτρονικών ανταλλακτικών και εξαρτημάτων (χονδρική ή λιανική).

2.24. Υλικά ραπτικής και υποδηματοποιίας (χονδρική -λιανική).

2.25. Πωλήσεις σιδηρικών εργαλείων χειρός και ειδών κιγκαλερίας (πώληση λιανική ή κυρίως λιανική).

2.26. Είδη υγιεινής διατροφής (πώληση λιανική ή κυρίως λιανική).

2.27. Παλαιοσίδερα, σίδηρος και παλαιά μέταλλα (σκραπ).

2.28. Μεταχειρισμένα ανταλλακτικά αυτοκινήτων και λοιπών αυτοκινούμενων μηχανημάτων (που αγοράζονται με το βάρος). Σε περίπτωση σύνταξης απογραφής των ειδών αυτών, αυτή δύναται να διενεργείται με το βάρος και όχι κατ’ είδος.

2.29. Εμπορία ψιλικών και ζαχαρωδών προϊόντων (πώληση χονδρική – λιανική).

2.30. Εμπορία παλαιών γραμματοσήμων και συναφών.

2.31. Εμπορία ψιλικών – κλωστικών ραφής και πλεξίματος, νημάτων, εργόχειρων, κεντημάτων και συναφών ειδών (πώληση λιανική ή κυρίως λιανική).

2.32. Αγρότες (ειδικού και κανονικού καθεστώτος Φ.Π.Α.) και αγροτικές εκμεταλλεύσεις.

2.33. Παλαιοπώλης (πώληση λιανική ή κυρίως λιανική).

2.34. Εμπορία μεταχειρισμένων ειδών ένδυσης και υφασμάτων λαϊκής κατανάλωσης (που αγοράζονται ή πωλούνται με το βάρος).

2.35. Εμπορία ψευδοκοσμημάτων γενικά (πώληση λιανική ή χονδρική).

2.36. Εμπορία αγαθών που προέρχονται από πλειστηριασμούς.

2.37. Πρατήρια καπνοβιομηχανικών προϊόντων (πώληση χονδρική).

2.38. Εμπορία ωδικών πτηνών, μικρών ζώων, τροφών και εξαρτημάτων αυτών, διακοσμητικών ψαριών, πτηνών, ζώων και συναφών (πώληση λιανική ή κυρίως λιανική).

2.39. Εμπορία χρωμάτων βερνικιών στόκων και λοιπών συναφών (λιανικώς ή κυρίως λιανικώς).

2.40. Κτηνιατρικά φαρμακεία.

2.41. Κρεοπώλες (πώληση λιανική ή κυρίως λιανική).

2.42. Εκμεταλλευτής περιπτέρου.

2.43. Πωλήσεις οπωρολαχανικών, νωπών αλιευμάτων και λοιπών αγροτικών προϊόντων αποκλειστικά στις κινητές λαϊκές αγορές ή πλανοδίως, καθώς και ο αγρότης που πωλεί τα προϊόντα παραγωγής του από λαϊκές αγορές.

Μια οντότητα θεωρείται ότι πωλεί κυρίως λιανικά (κυρίως λιανική πώληση) όταν οι πωλήσεις σε ιδιώτες καταναλωτές υπερβαίνουν το 50% του συνόλου του καθαρού κύκλου εργασιών από πώληση αγαθών.

  1. Η πολύ μικρή οντότητα της παρ. 2γ του άρθρου 1 του Ν.4308/2014, με καθαρό κύκλο εργασιών έως 8.000.000 ευρώ, που συντάσσει μόνο Κατάσταση Αποτελεσμάτων (απλογραφικό λογιστικό σύστημα) και έχει ως αντικείμενο δραστηριότητας την εμπορία (πρατήριο) υγρών καυσίμων ή/και πετρελαίου θέρμανσης,προσδιορίζει τα αποθέματά της βάσει του συστήματος εισροών-εκροών. Η οντότητα αυτή, που πωλεί, πέραν των υγρών καυσίμων και του πετρελαίου θέρμανσης, λιπαντικά ή και τσιγάρα, δύναται να μη διενεργεί απογραφή αυτών των ειδών όταν ο ετήσιος καθαρός κύκλος εργασιών εξ΄ αυτών των αγαθών (λιπαντικά και τσιγάρα) δεν υπερβαίνει τις 150.000 ευρώ. Όταν η ίδια οντότητα διατηρεί και άλλη δραστηριότητα πώλησης αγαθών, πέραν των προαναφερόμενων αγαθών, η άλλη δραστηριότητα κρίνεται αυτοτελώς σε ό,τι αφορά τη διενέργεια απογραφής αποθεμάτων. Συγκεκριμένα, η οντότητα αυτή δύναται να μη διενεργεί φυσική απογραφή για τα αγαθά της εν λόγω δραστηριότητας, όταν ο ετήσιος καθαρός κύκλος εργασιών της δραστηριότητας αυτής δεν υπερβαίνει τις 150.000 ευρώ.

Παρακολούθηση αποθεμάτων τρίτων

Καθιερώνεται η υποχρέωση της οντότητας για παρακολούθηση κατ’ είδος και ποσότητα, διακεκριμένα κατά αποθηκευτικό χώρο, των αποθεμάτων τρίτων. Η διάταξη αναφέρεται σε εμπορεύσιμα αγαθά, δηλαδή δεν συμπεριλαμβάνει εγγυοδοσίες (επιστρεπτέα είδη συσκευασίας, παλέτες, κενές φιάλες, κλπ.). Η παρακολούθηση δύναται να γίνεται με οποιοδήποτε πρόσφορο τρόπο και να προκύπτει από οποιοδήποτε τηρούμενο αρχείο. Διευκρινίζεται ότι δεν απαιτείται φυσική καταμέτρηση των σχετικών αποθεμάτων. Θεσπίζεται μόνο η υποχρέωση παρακολούθησης αυτών των αποθεμάτων, ώστε η οντότητα να δύναται να τεκμηριώνει τα αποθέματα αυτής της κατηγορίας που βρίσκονται στην κατοχή της (για παράδειγμα, τηρώντας με τάξη και πληρότητα το σύνολο των λαμβανόμενων και εκδιδόμενων παραστατικών διακίνησης ή ενημερώνοντας επιπρόσθετα άλλα αρχεία).


  1. Έμμεσες τεχνικές

Καθιερώνεται η δυνατότητα προσδιορισμού της ποσότητας των αποθεμάτων με αξιόπιστες και τεκμηριωμένες έμμεσες τεχνικές. Τεκμηριωμένες είναι οι τεχνικές που είναι γενικά αποδεκτές στη διεθνή πρακτική. Στόχος της διάταξης είναι η επίτευξη εύλογης διασφάλισης αναφορικά με την προσδιοριζόμενη ποσότητα αποθεμάτων κατ’ είδος κατά την ημερομηνία του ισολογισμού, λαμβάνοντας υπόψη τις δυσχέρειες και το κόστος ακριβούς καταμέτρησης. Δηλαδή επιδιώκεται η αξιοπιστία της μέτρησης της ποσότητας και ταυτόχρονα ο περιορισμός του κόστους και η υπέρβαση δυσχερειών.

Μια σημαντική παράμετρος που επηρεάζει την κρίση περί αξιοπιστίας των έμμεσων τεχνικών προσδιορισμού της ποσότητας των αποθεμάτων είναι το είδος των δικλίδων που χρησιμοποιεί η οντότητα για να παρακολουθεί και να ελέγχει τα παραλαμβανόμενα και αποστελλόμενα αποθέματα, σύμφωνα με την παράγραφο 8 του άρθρου 5 του Ν.4308/2014. Παράδειγμα τέτοιας δικλίδας είναι η τήρηση, κατ’ επιλογή της οντότητας, αναλυτικού αρχείου ποσοτικής διακίνησης για εισερχόμενα ή / και αποστελλόμενα ή πωλούμενα αγαθά. Στην κρίση για την απαιτούμενη αξιοπιστία των έμμεσων τεχνικών λαμβάνεται υπόψη το κατά πόσο οι τεχνικές είναι καθιερωμένες στη διεθνή πρακτική. Σε κάθε περίπτωση, λαμβάνεται υπόψη η ιδιαίτερη φύση των αποθεμάτων (π.χ. καύσιμα, ζώντα ψάρια, ορυκτά αποθέματα) για τον προσδιορισμό κατάλληλων έμμεσων τεχνικών προσδιορισμού της ποσότητας αυτών.

Όταν, κατ’ απόλυτη επιλογή της οντότητας, τηρείται ηλεκτρονικό αρχείο ποσοτικής διακίνησης παραλαμβανόμενων και αποστελλόμενων αγαθών, η διενέργεια φυσικής καταμέτρησης στο τέλος της περιόδου αναφοράς (ημερομηνία ισολογισμού) δύναται να αντικαθίσταται από τη λειτουργία αξιόπιστου συστήματος κυλιόμενων απογραφών για διαφορετικές κάθε φορά ομάδες αποθεμάτων στη διάρκεια της περιόδου, ώστε συνολικά να παρέχεται η απαιτούμενη διασφάλιση περί της αξιοπιστίας των ποσοτήτων των αποθεμάτων.

Ορισμένες έμμεσες τεχνικές παρακάμπτουν τον προσδιορισμό της ποσότητας των αποθεμάτων και προσδιορίζουν κατ’ ευθείαν την αξία του τελικού αποθέματος και του κόστους πωληθέντων, περίπτωση στην οποία δεν απαιτείται ποσοτική καταμέτρηση των αποθεμάτων. Άλλες τεχνικές χρησιμοποιούνται για την εκτίμηση της ποσότητας του τελικού αποθέματος, και ακολουθεί η επιμέτρηση ως ξεχωριστή διαδικασία.

  1. Ενδεικτικά παραδείγματα έμμεσων τεχνικών

Η μέθοδος της λιανικής τιμής (retailmethod)

Η μέθοδος αυτή προσδιορίζει κατ’ ευθείαν την αξία του τελικού αποθέματος και του κόστους πωληθέντων, χωρίς να προσδιορίζει την ποσότητα του τελικού αποθέματος. Η μέθοδος αυτή χρησιμοποιείται, με διάφορες παραλλαγές, από επιχειρήσεις που εμπορεύονται μεγάλες ποσότητες ειδών που πωλούνται λιανικά με σχετικά σταθερά ποσοστά κέρδους επί της τιμής κτήσεως.

Παράδειγμα 1

Κόστος

Αξία Λιανικής

Αρχικό απόθεμα

100,00

130,00

Αγορές περιόδου

1230,00

1586,70

Σύνολο προς πώληση

1330,00

1716,70

Πωλήσεις περιόδου (σε τιμές λιανικής)

-1200,00

Απόθεμα τέλους σε τιμές λιανικής

516,70

Ποσοστό κέρδους λιανικής τιμής =[1-(1.330/1.716,70)]

0,2253

Απόθεμα τέλους σε κόστος κτήσης = [516,70*(1-0,2253)]

 400,29

Σημειώσεις

Στο ανωτέρω παράδειγμα, το αρχικό απόθεμα διαφέρει από τις αγορές ως προς τη σύνθεση – ποσοστό μικτού κέρδους.

Το ποσό του αρχικού αποθέματος και των αγορών της περιόδου σε αξίες λιανικής έχει προκύψει πολλαπλασιάζοντας το κόστος κτήσης με το ποσοστό μικτού κέρδους.

 

Παράδειγμα 2

Επιχείρηση εμπορίας ηλεκτρονικών ειδών, κατά το έτος 20Χ0 παρουσιάζει τα παρακάτω στοιχεία για τα αποθέματα της χρήσης

Δεδομένα

Είδη

Απόθεμα έναρξης

Αγορές χρήσης

Πωλήσεις λιανικής

Ποσοστό Μικτού Κέρδους

Τηλεοράσεις

250.000

2.600.000

2.700.000

0,07

Πλυντήρια

130.000

1.500.000

1.680.000

0,08

Ψυγεία

180.000

1.600.000

1.700.000

0,07

Κουζίνες

200.000

2.100.000

2.400.000

0,06

Κλιματιστικά

210.000

2.000.000

2.200.000

0,05

ΣΥΝΟΛΟ

970.000

9.800.000

10.680.000

Οι στήλες αποθεμάτων έναρξης και αγορών χρήσης εμφανίζουν τα ποσά σε τιμές κόστους.

Η στήλη πωλήσεις λιανικής εμφανίζει τα ποσά σε αξία πωλήσεων.

Ζητείται

Να προσδιοριστεί η αξία της απογραφής λήξης με τη μέθοδο της λιανικής τιμής

Λύση

Πρέπει να απεικονίσουμε το απόθεμα λήξης σε τιμές κόστους.

  1. Υπολογίζουμε πρώτα τις πωλήσεις της χρήσης σε κόστος ως εξής:

Πωλήσεις σε κόστος = Πωλήσεις σε αξία / (1+ Ποσοστό ΜΚ) (π.χ. για τις τηλεοράσεις 2.700.000/1,07)

  1. Στη συνέχεια από το σύνολο της αξίας των αποθεμάτων για πώληση αφαιρούμε τις πωλήσεις σε τιμές κόστους

Απόθεμα λήξης σε κόστος = (Απόθεμα έναρξης + Αγορές χρήσης) – Πωλήσεις χρήσης σε κόστος

Είδη

Απόθεμα έναρξης

Αγορές χρήσης

Πωλήσεις λιανικής

Ποσοστό Μικτού Κέρδους

Πωλήσεις περιόδου σε κόστος

Απόθεμα λήξης σε κόστος

Τηλεοράσεις

250

2.600.000

2.700.000

0,07

2.523.364,49

326.635,51

Πλυντήρια

130

1.500.000

1.680.000

0,08

1.555.555,56

74.444,44

Ψυγεία

180

1.600.000

1.700.000

0,07

1.588.785,05

191.214,95

Κουζίνες

200

2.100.000

2.400.000

0,06

2.264.150,94

35.849,06

Κλιματιστικά

210

2.000.000

2.200.000

0,05

2.095.238,10

114.761,90

ΣΥΝΟΛΟ

970

9.800.000

10.680.000

10.027.094,13

742.905,87

Χρήση στατιστικών μεθόδων προσδιορισμού της ποσότητας αποθεμάτων

Η μέθοδος αυτή χρησιμοποιείται για την μέτρηση της ποσότητας των αποθεμάτων στο τέλος της περιόδου σε περιπτώσεις που η μέθοδος της φυσικής καταμέτρησης είναι πρακτικά αδύνατη, όπως για παράδειγμα η μέτρηση της ποσότητας της ιχθυομάζας των ιχθυοτροφείων. Με βάση την μέθοδο αυτή, η αρχική ποσότητα ιχθύων που τοποθετείται σε έναν κλωβό εκτροφής, μετατρέπεται σε κάθε ημερομηνία που επιδιώκεται απογραφή, σε ποσότητα και ιχθυομάζα, λαμβάνοντας υπόψη διάφορους παράγοντες, όπως τις επικρατούσες περιβαλλοντικές συνθήκες που επηρεάζουν την ανάπτυξη των ιχθύων, τις αναλωθείσες ιχθυοτροφές και τα ποσοστά θνησιμότητας. Τα αποτελέσματα της μεθόδου επαληθεύονται εκ των υστέρων κατά την συλλογή των ιχθύων (εξαλίευση).

  1. Παρεμφερή αποθέματα

Στα κεφάλαια για τα βιβλία και τα στοιχεία, όπως και στον προγενέστερο Κ.Φ.Α.Σ. δεν υπάρχουν διατάξεις σχετικά με την έννοια του είδους. Σύμφωνα με την ΠΟΛ.1004/2013 ίσχυαν οι διατάξεις του Κ.Β.Σ. για το θέμα αυτό, ενώ πλέον, από 1/1/2015 (άρθρο 38 Ν.4308/2014) έχουν καταργηθεί όλες οι προγενέστερες διατάξεις.

Στο μόνο σχετικό θέμα (από τη Λογιστική Οδηγία της ΕΛΤΕ) αναφέρεται:

Προσεγγιστικές τεχνικές σε παρεμφερή αποθέματα

Σε περίπτωση αποθεμάτων παρεμφερούς είδους, μεγάλου αριθμού και μικρής διαφοράς αξίας ανά τεμάχιο μεταξύ τους, είναι δυνατόν η καταμέτρηση να γίνεται σε γενικές κατηγορίες και με τη χρήση μέσης τιμής, εφόσον δεν υπάρχει σημαντική επίπτωση στις χρηματοοικονομικές.

ΚΑΤΕΒΑΣΤΕ ΤΟ ΕΝΤΥΠΟ ΑΠΟΓΡΑΦΗΣ