Η ενίσχυση της εμπιστοσύνης των εργαζομένων είναι απαραίτητη για τη μακροπρόθεσμη επιτυχία οποιασδήποτε επιχείρησης. Όχι μόνο θα μειώσει το κόστος κύκλου εργασιών, αλλά μπορεί επίσης να ενισχύσει την παραγωγικότητα, να αυξήσει την αποδοτικότητα και να προσφέρει ένα πολύ πιο σταθερό περιβάλλον εργασίας για όλους.
Κανείς δεν λέει ότι αυτό θα είναι εύκολο. Το να εμπνέεις, να χτίζεις και να διατηρείς μια αμοιβαία σχέση εμπιστοσύνης είναι μία δύσκολη, επίπονη και συνεχής διαδικασία. Η ελληνική επιχειρησιακή συνήθης πρακτική έχει συνδέσει το χτίσιμο εμπιστοσύνης αποκλειστικά με την αύξηση των αποδοχών των εργαζομένων. Η πρακτική αυτή εδράζεται στην – λανθασμένη σύμφωνα με τους ειδικούς της διαχείρισης ανθρωπίνων πόρων – παραδοχή πως η καλλιέργεια αυτή της εμπιστοσύνης εξαρτάται αποκλειστικά από τις καταβαλλόμενες αποδοχές. Η οικονομική κρίση και η ραγδαία αύξηση των ασφαλιστικών κρατήσεων οδήγησε τους εργοδότες στην ανεύρεση εναλλακτικών επιλογών αύξησης των αποδοχών χωρίς παράλληλα να διογκώνεται το μισθολογικό κόστος. Η πλέον κοινά αποδεκτή λύση είναι αυτή των παροχών σε είδος.
Οι παροχές σε είδος αποτελούν ουσιαστικά έμμεση αύξηση των αποδοχών των εργαζομένων οι οποίες συνήθως αποτελούν επιβράβευση επίτευξης είτε επιμέρους στόχων ή συνεχούς θετικής πορείας του εργαζομένου. Ο εργαζόμενος λαμβάνει άμεσα όφελος από την όποια παροχή είτε αυτή έχει ως άμεσο αποδέκτη εκείνον είτε μέλος της οικογένειάς του. Οι παροχές σε είδος μπορούν να χρησιμοποιηθούν είτε μεμονωμένα είτε συνδυαστικά με αύξηση στις αποδοχές και η παροχή τους δύναται να εξασφαλίσει ένα αρκετά υψηλό κοινωνικό status quo στον εργαζόμενο εφόσον αυτές παρασχεθούν συνδυαστικά (π.χ. κινητό τηλέφωνο, ασφάλεια ζωής ή υγείας, πληρωμή διδάκτρων κτλ).
Στα οφέλη των παροχών σε είδος, δεν θα μπορούσαμε να παραλείψουμε να αναφέρουμε την ευελιξία που προσφέρουν στον εργοδότη σε σχέση με τον παροχή τους. Με άλλα λόγια, σε περίπτωση απόφασης για περικοπή δαπανών στην πρώτη περίπτωση (αύξηση μισθού) η όποια περικοπή θα θεωρηθεί ως «μείωση προσωπικού» και ενδέχεται είτε να αποκλείσει τον εργοδότη από προγράμματα επιχορήγησης (π.χ. κάποιο πρόγραμμα Ν.Θ.Ε. του ΟΑΕΔ) είτε να έχει δυσμενείς επιπτώσεις σε πρόγραμμα που είναι ήδη σε εξέλιξη. Στην δεύτερη περίπτωση (παροχή σε είδος), η όποια περικοπή δεν συνιστά «μείωση προσωπικού» και δεν συνεπάγεται παρόμοιες αρνητικές επιπτώσεις.
Τι είναι όμως οι παροχές σε είδος; Πως φορολογούνται; Ποια είναι τα είδη τους και ποια τα οφέλη για έναν εργοδότη που θα αποφασίσει να τις χορηγήσει σε εργαζομένους;
Ορισμός
«Παροχή σε είδος» σημαίνει το όφελος που παρέχεται ή θεωρείται ότι παρέχεται λόγω εργοδότησης ή κατοχής αξιώματος. Η βάση της φορολόγησης είναι το άρθρο 5(1)(β)1 και 5(2)(β) του περί Φορολογίας του Εισοδήματος Νόμου (Ν.118(Ι)/2002), όπως έχει τροποποιηθεί, το οποίο εφαρμόζεται σε όλα τα κέρδη που πηγάζουν από την εργοδότηση ή την κατοχή αξιώματος, ανεξάρτητα αν αυτά λαμβάνονται υπό μορφή μετρητών ή σε είδος και ανεξάρτητα αν λαμβάνονται σύμφωνα με τους κανονικούς όρους του συμβολαίου εργοδότησης ή ως φιλοδώρημα. Παρομοίως, όταν η πληρωμή ή οποιοδήποτε άλλο όφελος αντιπροσωπεύει αμοιβή για υπηρεσίες που παρέχονται από πρόσωπο, τότε είναι φορολογητέα όχι μόνο όταν αυτή παρέχεται απευθείας από τον εργοδότη προς τον υπάλληλο, αλλά επίσης όταν αυτή παρέχεται με έμμεσο τρόπο, δηλαδή, είτε από τρίτα μέρη ή σε τρίτα μέρη.
Η πιο βασική νομοθεσία σχετικά με τις παροχές σε είδος είναι τα άρθρα 4 και 5 του ν.4646/2019, το άρθρο 6 του ν.4710/2020 και η εγκύκλιος Ε.2197/2020 της ΑΑΔΕ.
Ποιους αφορά – Πως φορολογούνται:
Την απάντηση στο ερώτημα αυτό την δίνει η εγκύκλιος Ε.2197/2020 της ΑΑΔΕ σύμφωνα με την οποία:
- Αναφέρονται και οι διατάξεις του άρθρου 14 του Κ.Φ.Ε. , κατά το μέρος που συνδέονται και επηρεάζουν το ζήτημα των παροχών σε είδος. Το άρθρο 14 αφορά απαλλαγές εισοδήματος από μισθωτή εργασία και συντάξεις. Η αναφορά είναι κυρίως νομοτεχνική και δεν επηρεάζει την ουσία.
- Κατονομάζονται ρητά τα πρόσωπα που λαμβάνουν παροχές σε είδος στα οποία περιλαμβάνονται, πέραν των εργαζομένων ή των συγγενικών τους προσώπων και οι εταίροι, οι μέτοχοι ή τα συγγενικά πρόσωπα αυτών (στην προγενέστερη διάταξη οι εταίροι ή μέτοχοι αναφέρονταν στις άλλες παραγράφους)
- Παράλληλα, διευκρινίζεται ότι η έννοια του «συγγενικού προσώπου» είναι αυτή που ορίζεται στην περ. στ΄ του άρθρου 2 του ΚΦΕ (σύζυγος, ανιόντες ή κατιόντες σε ευθεία γραμμή). Στην έννοια του «συγγενικού προσώπου» περιλαμβάνεται και το μέρος συμφώνου συμβίωσης, όπως προκύπτει από τη ρητή διατύπωση της αιτιολογικής έκθεσης επί του άρθρου 4 του Ν.4646/2019.
- Το όριο των τριακοσίων (300) ευρώ για τις παροχές σε είδος λειτουργεί πλέον ως αφορολόγητο όριο. Ειδικότερα, καθίσταται σαφές ότι, εφόσον η αξία της παροχής προς εργαζομένους, εταίρους, μετόχους ή συγγενικά πρόσωπα αυτών υπερβαίνει τα τριακόσια (300) ευρώ ανά φορολογικό έτος, στο συνυπολογισμό του φορολογητέου εισοδήματος από μισθωτή εργασία του υπόχρεου φυσικού προσώπου θα ληφθεί υπόψη μόνο το υπερβάλλον, πέραν των τριακοσίων (300) ευρώ, ποσό της αξίας της παροχής και όχι το σύνολο αυτής.
Ποιες είναι οι παροχές σε είδος – Ποια η κατηγοριοποίησή τους
Παροχές σε είδος σε σχέση με αυτοκίνητα
Οι παροχές σε είδος που σχετίζονται με τα αυτοκίνητα χωρίζονται σε 3 είδη:
α) Χρήση των αυτοκινήτων
β) Χρήση εμπορικών αυτοκινήτων (τύπου βαν)
γ) Αποζημιώσεις μετρητών για χρήση αυτοκινήτου
Διαμονή και χρήση περιουσιακών στοιχείων
Η παραχώρηση περιουσιακών στοιχείων (π.χ. χώρους διαμονής, έπιπλα, σκάφη, μηχανήματα κ.λπ.) προς τον υπάλληλο, όταν αυτά ανήκουν στο εργοδότη ή/και μισθώνονται ή/και ενοικιάζονται από τον εργοδότη, μπορεί να θεωρηθεί ως παροχή σε είδος. Η ετήσια αξία των παροχών σε είδος για τη χρήση περιουσιακών στοιχείων, περιλαμβανομένης της διαμονής, ισχύει για όσο χρόνο το περιουσιακό στοιχείο είναι στη διάθεση του δικαιούχου.
Άλλες παροχές σε είδος
Οποιαδήποτε άλλη παροχή σε είδος που δεν εμπίπτει στις πιο πάνω κατηγορίες, θεωρείται ότι εμπίπτει στην κατηγορία αυτή και περιλαμβάνει μεταξύ άλλων:
- Διαθέσεις περιουσιακών στοιχείων σε επιχορηγημένες τιμές,
- αποπληρωμές προσωπικών λογαριασμών (υπηρεσιών ωφελείας, διδάκτρων κ.ά.),
- δωρεάν διάθεση αγαθών ή διάθεση αγαθών και υπηρεσιών με εκπτώσεις, όπως για παράδειγμα ταξίδια, διασκέδαση, γεύματα, εγχώριες υπηρεσίες, επαγγελματικές συμβουλές, παροχή μεταφοράς κ.ά.
Ο καθορισμός της αξίας των παροχών σε είδος η οποία συνίσταται σε παράδοση αγαθού ή παροχή υπηρεσίας προσδιορίζεται συνήθως ως η διαφορά μεταξύ της κανονικής τιμής πώλησης μείον εκπτώσεις διαθέσιμες προς το ευρύ κοινό μείον την τιμή που καταβάλλει ο υπάλληλος.
Ποια είναι τα οφέλη
Το όφελος για τον αποδέκτη της παροχής σε είδος είναι η προφανής απόλαυση που λαμβάνει από την χρήση της παροχής.
Το όφελος για τον εργοδότη είναι τριπλό. Αρχικά, ο εργοδότης που θα επιβαρυνθεί με το κόστος για την παροχή σε είδος θα μπορεί να αφαιρέσει το κόστος αυτό από το εισόδημά του στην ίδια έκταση που θα μπορούσε να αφαιρεθεί εάν είχε πληρώσει μισθό. Επιπλέον, μπορεί να δώσει έμμεσα μια αύξηση στον εργαζόμενό του χωρίς να επιβαρυνθεί με επιπρόσθετο μη μισθολογικό κόστος (ασφαλιστικές κρατήσεις). Το τρίτο και σημαντικότερο όφελος για τον εργοδότη είναι η εξασφάλιση ενός ευχαριστημένου εργαζομένου που λαμβάνει υψηλές παροχές και για τον λόγο αυτό θα παραμείνει στην επιχείρηση ενισχύοντας με τον τρόπο αυτό την σχέση εμπιστοσύνης.
Παραδείγματα
Ας υποθέσουμε πως εργοδότης αποφασίζει να δώσει αύξηση 50,00 € κάθε μήνα σε εργαζόμενο. Οι επιλογές που έχει είναι δύο. Είτε θα δώσει άμεσα τα χρήματα αυτά στον εργαζόμενο είτε θα τα δώσει έμμεσα μέσω κάποιας παροχής. Στην πρώτη περίπτωση πλέον των 50,00€ θα κληθεί να καταβάλει επιπρόσθετα 21,34€ ως ασφαλιστικές εισφορές. Η συνολική του ετήσια επιβάρυνση θα είναι 998,76€ τα οποία θα εκπέσουν από τα έσοδα της επιχείρησης.
Στην δεύτερη περίπτωση, έστω πως αποφασίζει να εντάξει τον εργαζόμενο στο εταιρικό συμβόλαιο κινητής τηλεφωνίας. Το κόστος θα είναι 600,00€ σε ετήσια βάση το οποίο επίσης θα εκπέσει από τα έσοδα της επιχείρησης. Το επιπρόσθετο όφελος που έχει είναι ότι ο εργαζόμενος αισθάνεται ικανοποιημένος καθώς αφαιρεί ένα πάγιο έξοδο από τον μηνιαία του προϋπολογισμό και παράλληλα αισθάνεται ως στενότερο μέλος της επιχείρησης.
Για να δούμε ένα δεύτερο παράδειγμα, ας υποθέσουμε πως ένας εργοδότης αποφασίζει να δώσει ετήσια αύξηση 6.000,00€ σε κάποιο διευθυντικό του στέλεχος λόγω της επίτευξης κάποιας σημαντικής συμφωνίας. Αν υποθέσουμε πως η αύξηση αυτή δίνεται με την μορφή χρηματικής παροχής τότε πλέον των 6.000,00€ ο εργοδότης θα κληθεί να καταβάλει 2.561,25€ σε ασφαλιστικές εισφορές. Συνολικά, θα πρέπει να καταβάλει 8.561,25€ (χωρίς να συνυπολογίζεται το κόστος αύξησης του ΦΜΥ).
Εναλλακτικά, ο εργοδότης θα μπορούσε να πληρώσει τα δίδακτρα του ιδιωτικού σχολείου του παιδιού του διευθυντικού στελέχους. Με τον τρόπο αυτό, ο εργαζόμενος λαμβάνει έμμεσα αύξηση στις αποδοχές καθώς μπορεί πλέον να στείλει το παιδί του στο ιδιωτικό σχολείο της αρεσκείας του. Παράλληλα, νιώθει ευχαριστημένος, καθώς όχι μόνο ο εργοδότης τηρεί την υπόσχεσή του αλλά και ανεβαίνει το κοινωνικό του υπόβαθρο δεδομένου ότι το παιδί του πηγαίνει σε ιδιωτικό σχολείο. Κατά συνέπεια, επιτυγχάνεται η εδραίωση μιας σχέσης εμπιστοσύνης με τον εργοδότη και την επιχείρηση και αύξηση της προσήλωσής του εργαζομένου στους στόχους που έχουν τεθεί από την επιχείρηση με σκοπό όχι μόνο να διατηρήσει την συγκεκριμένη παροχή αλλά και να καταφέρει να λάβει και μια επιπρόσθετη. Και στις δύο περιπτώσεις το έξοδο εκπίπτει κανονικά.
Αντίστοιχο παράδειγμα και μάλιστα αρκετά διαδομένο αποτελεί η ασφάλιση μέσω κάποιου ασφαλιστηρίου συμβολαίου είτε του ίδιου του εργαζομένου είτε μελών της οικογένειάς του. Η παροχή αυτή έχει μεγάλη δυνητική αξία αν αναλογιστεί κάποιος τις παθογένειες του δημόσιου συστήματος υγείας από την μία και από την άλλη του υψηλού ενδεχομένως κόστους που θα αντιμετώπιζε ο εργαζόμενος αν έκανε ατομική ασφάλεια υγείας.
Karamanos G. Nikolaos Karmiris Athanasios
Economist & Tax advisor Οικονομολόγος | HR Manager
at AFS #mazimegalonoume at AFS #mazimegalonoume