...

Ιδιωτικός Τομέας

Ο εργαζόμενος που συμμετέχει σε νόμιμη απεργία θεωρείται ότι απουσιάζει για δικαιολογημένη αιτία. Κατά συνέπεια νομιμοποιείται η αποχή του από την εργασία και ο χρόνος αποχής εξομοιώνεται με τον χρόνο εργασίας, σημαντικό γεγονός για τα δικαιώματά του, όπως π.χ. προϋπηρεσία.

Η συμμετοχή του εργαζομένου σε νόμιμη απεργία οδηγεί στην άρση της υποχρέωσης του εργοδότη για καταβολή του ημερομίσθιου κατά την ημέρα της απεργίας (με εξαίρεση το προσωπικό ασφαλείας). Για παράδειγμα, ο εργαζόμενος που αμείβεται με τον βασικό μισθό (830,00€) και συμμετείχε σε μία ημέρα απεργίας δικαιούται να λάβει από τον εργοδότη 796,80€ μικτές αποδοχές, έχει 24 ημέρες ασφάλισης και ο εργοδότης καταβάλλει ασφαλιστικές εισφορές που αντιστοιχούν στα 796,80€.

Ο εργαζόμενος απεργός προστατεύεται από την απόλυση, δεδομένου ότι η συμμετοχή του σε απεργία δεν μπορεί να αποτελέσει νόμιμο λόγο απόλυσης. Η τυχόν απόλυση κατά τη διάρκεια απεργίας ή μετά από συμμετοχή σε απεργία για λόγους εκδίκησης, θεωρείται παρεμπόδιση της άσκησης της ελεύθερης συνδικαλιστικής δράσης και είναι άκυρη ως καταχρηστική. Ταυτόχρονα, απαγορεύεται και κάθε άλλο εκδικητικό και ζημιογόνο μέτρο για τον εργαζόμενο-απεργό, όπως π.χ. η μετάθεση ή ο εξαναγκασμός σε παραίτηση.

Ενιαίο Μισθολόγιο (Δημόσιος Τομέας)

Και στην περίπτωση αυτή, η συμμετοχή του εργαζομένου σε νόμιμη απεργία οδηγεί στην άρση της υποχρέωσης του εργοδότη για καταβολή του ημερομίσθιου κατά την ημέρα της απεργίας, πλην όμως καταβάλλονται ασφαλιστικές εισφορές για το σύνολο των ημερών ασφάλισης οι οποίες δεν περικόπτονται λόγω της συμμετοχής στην απεργία. Για παράδειγμα, εργαζόμενος ΥΕ που ανήκει στο ΜΚ1 αμείβεται με 850,00€ και συμμετείχε σε μία ημέρα απεργίας δικαιούται να λάβει από τον εργοδότη 816,00€ μικτές αποδοχές, έχει 25 ημέρες ασφάλισης και ο εργοδότης καταβάλλει ασφαλιστικές εισφορές που αντιστοιχούν στα 850,00€.

Προσωπικό Ασφαλείας και Ελάχιστης Εγγυημένης Υπηρεσίας

Με το άρθρο 21 του Ν.1264/1982, όπως αντικαταστάθηκε από το άρθρο 95 του Ν.4808/2021, προβλέπεται η υποχρέωση της συνδικαλιστικής οργάνωσης, η οποία κηρύσσει την απεργία, να διαθέτει κατά τη διάρκειά της το αναγκαίο  Προσωπικό Ασφαλείας  για την ασφάλεια των εγκαταστάσεων της επιχείρησης και την πρόληψη καταστροφών και ατυχημάτων. Περαιτέρω, για τις  επιχειρήσεις δημόσιου χαρακτήρα ή κοινής ωφελείας  (αρθ. 19, παρ. 2, Ν.1264/1982, όπως έχει τροποποιηθεί με αρθ. 92, Ν.4808/2021), πέραν του προσωπικού ασφαλείας διατίθεται και Προσωπικό Ελάχιστης Εγγυημένης Υπηρεσίας, για την αντιμετώπιση στοιχειωδών αναγκών του κοινωνικού συνόλου κατά τη διάρκεια της απεργίας. Οι στοιχειώδεις αυτές ανάγκες ορίζονται ως τουλάχιστον το ένα τρίτο (1/3) της συνήθως παρεχόμενης υπηρεσίας. Ως εκ τούτου, το ποσοστό του Προσωπικού Ελάχιστης Εγγυημένης Υπηρεσίας που θα συμφωνηθεί, δεν μπορεί να είναι μικρότερο του ως άνω οριζόμενου (αριθ. 62587/2021 Εγκύκλιος Υπουργείου Εργασίας).

Προστασία δικαιώματος στην εργασία

Με το άρθρο 93 του Ν.4808/2021, θεσμοθετείται υποχρέωση για όλες τις συνδικαλιστικές οργανώσεις που κηρύσσουν απεργία, σε σχέση με τους εργαζομένους που δεν συμμετέχουν στην απεργία. Πιο συγκεκριμένα, η συνδικαλιστική οργάνωση που κηρύσσει απεργία υποχρεούται να προστατεύει το δικαίωμα των εργαζομένων, οι οποίοι δεν συμμετέχουν στην απεργία, ώστε να προσέρχονται και να αποχωρούν ελεύθερα και ανεμπόδιστα από την εργασία τους και να παρέχουν αυτήν χωρίς εμπόδιο και ιδίως χωρίς την άσκηση σωματικής ή ψυχολογικής βίας σε βάρος τους από οποιονδήποτε.

Σε περίπτωση παραβίασης της υποχρέωσης αυτής, η απεργία μπορεί να διακοπεί με απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου της έδρας της συνδικαλιστικής οργάνωσης που έχει κηρύξει την απεργία, κατά τη διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 22 του Ν.1264/1982, όπως έχει τροποποιηθεί με το άρθρο 95 του Ν.4808/2021. Στην περίπτωση αυτή, για την κήρυξη νέας απεργίας απαιτείται η τήρηση όλων των διατυπώσεων του άρθρου 20 του Ν.1264/1982 και της προθεσμίας της παρ. 1 του άρθρου 19 ή της παρ. 2 του άρθρου 20 του Ν.1264/1982, κατά περίπτωση.

Επιπρόσθετα, προβλέπεται ότι η υπαίτια παραβίαση της ανωτέρω υποχρέωσης γεννά αστική ευθύνη της αρμόδιας συνδικαλιστικής οργάνωσης και των υπαίτιων μελών του διοικητικού της συμβουλίου.